Rigging equipement
Contents
Μεταλλικά Βύσματα (Σπιτ ή SPIT ή "ούπα")
Στο αρμάτωμα μιας σπηλιάς, όταν δεν μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε ένα σημείο του αναγλύφου σαν δεσιά, χρησιμοποιούμε μεταλλικές αγκυρώσεις όπως τα γνωστά μας ούπα. Οι πρώτες ασφάλειες τέτοιου είδους ήταν τα σπιτ. Τα σπίτ είναι αυτοδιάτρητα μεταλλικά βύσματα (ούπα). Για να τα πακτώσουμε, τα βιδώνουμε πάνω σε ειδικό εξάρτημα, τον διατρητήρα. Ο διατρητήρας είναι μια συμπαγής μεταλλική ράβδο με αρσενικό σπείρωμα Μ8 στο ένα άκρο της. Με την βοήθεια ενός σφυριού και συνδυασμένες κρουστικές και περιστροφικές κινήσεις που πραγματοποιεί ο σπηλαιολόγος, δημιουργεί στο βράχο μια τρύπα με διάμετρο 12 εκατοστά και βάθος όσο το μήκος του σπίτ. Όταν ο βράχος διατρηθεί βάζουμε στην κορφή του σπιτ έναν ειδικό μεταλλικό κώνο, το ξαναβάζουμε στην τρύπα που ανοίξαμε και χτυπάμε τον διατρητήρα με το σφυρί. Έτσι, το κάτω μέρος του σπίτ ανοίγει παίρνωντας σιγά - σιγά το κωνικό σχήμα και έτσι σφηνώνει στο βράχο. Η διάνοιξη της τρύπας μπορεί να γίνει και με κρουστικό τρυπάνι, αλλά προσοχή: το τελείωμα πρέπει να γίνει με την χρήση του διατρητήρα, διότι για να εκτονωθεί πλήρως το σπίτ, η τρύπα πρέπει να είναι κυλινδρικής μορφής και όχι κωνικής. Κατά την διάνοιξη της τρύπας πρέπει να την να φυσάμε περιοδικά για να την καθαρίζουμε από την σκόνη. Αν δεν βγαίνει η σκόνη μέσα από την τρύπα, ο χώρος που υπάρχει για την τοποθέτηση του κώνου θα γεμίσει με πεπιεσμένη σκόνη που θα λειτουργήσει σαν κώνος με αποτέλεσμα το σπίτ να αρχίζει να εκτονώνεται. Οι αντοχή του είναι σε καλής ποιότητας βράχο και σωστή τοποθέτηση 18 ΚΝ περίπου. Αυτή η αντοχή δεν πρέπει να μας ξεγελάει γιατί αφορά το βύσμα το ίδιο και όχι την βίδα. Στην πράξη λοιπόν κάθε αγκύρωση με σπιτ Μ8 περιορίζεται στην αντοχή των 4,5 - 5,5 Κn όπως υπαγορεύει η αντοχή της βίδας σε διάτμηση και εφελκυσμό.Με τις βίδες βιδώνονται πάνω στα σπιτ οι πλακέτες. Οι βίδες που χρησιμοποιούμε πρέπει να έχουν μήκος 1,6 εκατοστά (είπαμε Μ8). Μερικές πλακέτες χρειάζονται βίδα μήκους 1,8 ή και 2 εκατοστών. Το σημαντικό που πρέπει να προσέχουμε όταν πάμε να αγοράσουμε βίδες είναι η ποιότητα του μετάλλου της βίδας. Δηλαδή, στην πράξη, πάνω στην βίδα πρέπει να προσέξουμε να αναγράφεται το 8.8 (παλιότερα) και τώρα πλέον το Α2 70 ή και Α2 80.
Το μεγάλο πλεονέκτημα των σπίτ είναι οτι δεν απαιτείται η χρήση τρυπανιού για την τοποθέτησή τους.
Μειονέκτημα είναι το κόστος τους καθώς και το οτι είναι χρονοβόρα η διάνοιξη της τρύπας με την χρήση διατρητήρα. Τα τελευταία χρόνια η λύση στο πρόβλημα του κόστους, έχει βρεθεί στα εκτονούμενα αγκύρια (γνωστά και ως βιομηχανικά) ενώ το πρόβλημα του χρόνου έχουν λύση τα εηλεκτρικά τρυπάνια μπαταρίας.
Με την πιο διαδεδομένη χρήση των τελευταίων στην σπηλαιολογία, έγινε αρκετά δημοφιλής η χρήση εκτονούμενων (βιομηχανικών) αγκύριων. Τα εκτονούμενα αγκύρια που χρησιμοποιούμε στην σπηλαιολογία είναι Μ8 μήκους 6 cm και πάνω. (Το μήκος που θα χρησιμοποιήσουμε εξαρτάται από την ποιότητα του βράχου). Η τρύπα ανοίγεται με ηλεκτρικό κρουστικό τρυπάνι μπαταρίας ή πολύ σπάνια με το χέρι από ένα ειδικό εργαλείο ( ROCKPECKER της PETZL ). Στην τρύπα εισέρχεται το βύσμα με ελαφριά χτυπήματα με το σφυρί. Ύστερα με την χρήση κλειδιού (13άρι) αρχίζουμε και περιστρέφουμε το περικόχλιο (παξιμάδι) και το βύσμα σιγά σιγά εφελκύεται προς τα έξω με αποτέλεσμα να εκτονώνεται. Πάνω στο βύσμα ή το αρσενικό ούπα βιδώνεται η πλακέτα αφού πρώτα αφαιρεθεί η βίδα της. Πρόβλημα δημιουργείται όταν το πέτρωμα είναι σχετικά σαθρό και κατά την περιστροφή για την εκτόνωση, ο δακτύλιος εκτόνωσης δεν συγκρατείται από το πέτρωμα με αποτέλεσμα το βύσμα να περιστρέφεται μέσα στην τρύπα. Πράγμα που δυσκολεύει και κάνει ως και αδύνατο το βίδωμα και ξεβίδωμα του περικοχλίου. Σε αυτήν την περίπτωση τα σπίτ υπερτερούν διότι η εκτόνωση τους γίνεται με κρούση αντί εφελκυσμού. Προσοχή χρειάζεται στην επιλογή μύτης για το τρυπάνι με την οποία θα ανοιχτεί η τρύπα για το βύσμα. Πρέπει να είναι καλής ποιότητας και ακριβείας διότι και η ελάχιστη διαφορά στην διάμετρο του, πιθανόν να μας δημιουργήσει πρόβλημα στην εκτόνωση του βύσματος.
Πλεονέκτημα των βιομηχανικών βυσμάτων είναι το μικρό κόστος τους καθώς και η ταχύτητα τοποθέτησής τους με την χρήση τρυπανιού. Η αντοχές τους είναι σε καλής ποιότητας βράχο και με σωστή τοποθέτηση είναι εφάμιλλες των αυτοδιάτρητων M8 (σπιτ).
Προσοχή:Σε εφελκυστικά φορτία τα σπίτ έχουν μεγαλύτερη αντοχή διότι έχουν μεγαλύτερη εκτονούμενη διάμετρο. Ενώ σε διατμητικά φορτία τα βύσματα υπερτερούν διότι έχουν μεγαλύτερο ενεργό μήκος. Τα σπίτ εκτονώνονται πιο επιφανειακά σε σχέση με τα βύσματα, οπότε σε βράχο κακής ποιότητας έχουν περισσότερες πιθανότητες να αστοχήσουν.
Ο κύριος λόγος αστοχίας των παραπάνω είναι η κακή ποιότητα του βράχου και η λανθασμένη τοποθέτησή τους.
Κρίκοι (καραμπίνερ)
Πέρα από την χρήση των κρίκων ως μέρος του ατομικού μας εξοπλισμού που εξετάσαμε εδώ και τα στοιχεία που ήδη παρατέθηκαν τα "καραμπίνερ" είναι ένα ακόμα σημαντικό και αναντικατάστατο κομμάτι (και) των (ομαδικών) υλικών που χρησιμοποιούμε στη σπηλαιολογία. Σκοπός τους είναι να ενώνουν διάφορα κομμάτια του εξοπλισμού (όπως σχοινιά, πλακέτες, ιμάντες, κ.α.), γρήγορα και απλά. Όπως έχουμε ήδη αναφέρει εδώ είναι φτιαγμένοι (συνήθως) από ελαφρύ κράμα αλουμινίου (zycral), οπότε έχουν χαμηλό βάρος και μεγάλη αντοχή,εκτός από τις περιπτώσεις των σιδερένιων κρίκων.Πάνω στα carabiner αναγράφεται πόσο φορτίο σε kΝ (στη σπηλαιολογική πρακτική υπολογίζουμε πως ένα 1 kN ισούται με 100 κιλά, κάτι που δεν είναι 100% ακριβές) μπορούν να αντέξουν σε κάθε άξονα. Αυτό το όριο το δίνει η κατασκευάστρια εταιρία και είναι το όριο θραύσης του κρίκου. Οι κρίκοι είναι σχεδιασμένοι να παίρνουν την τάση στον κάθετο άξονα (κατά μήκος της πύλης), γι’ αυτό η αντοχή τους είναι περίπου 3 φορές περισσότερη απ’ ότι στον οριζόντιο άξονα (κάθετα στην πύλη του καραμπίνερ). Το σημαντικό στους κρίκους είναι να έχουν τις πιστοποιήσεις CE και UIAA. Για να εγκριθεί από την UIAA ένα καραμπίνερ πρέπει να αντέχει τουλάχιστον 18 kN στον κάθετο άξονα, 7 kN στον οριζόντιο και 5 KN με ανοικτή πύλη, ενώ ακολουθούν τον κανονισμό ΕΝ 12275 της ΕΕ και τον standard-121 της UIAA.
Όπως έχουμε ήδη αναφέρει εδώ υπάρχουν κρίκοι σε σχήματα και χρώματα για όλες τις ανάγκες και γούστα. Το χρώμα βοηθάει να τα ξεχωρίζουμε και το σχήμα τους καθορίζει τις περιπτώσεις στις οποίες χρησιμοποιούνται.Οι οβάλ κρίκοι, χάρη στο συμμετρικό τους σχήμα, "φέρνουν" την φόρτιση στο κέντρο τους πράγμα που είναι πλεονέκτημα για την χρήση τροχαλιών και σε πολύσπαστα. Οι κρίκοι σε σχήμα D είναι καλοί για γενική χρήση και είναι πιο ισχυροί από τους οβάλ γιατί το φορτίο μεταφέρεται πιο κοντά στον κάθετο άξονα και μακριά από την πύλη (το τυπικό σημείο αστοχίας των καραμπίνερ). Οι ασύμμετροι κρίκοι σε σχήμα D είναι σαν τους κλασικούς D κρίκους αλλά έχουν μεγαλύτερο άνοιγμα πύλης. Οι κρίκοι με κυρτή πύλη έχουν μεγάλο άνοιγμα πύλης και το σχοινί περνάει ευκολότερα χάρη στην κύρτωση της πύλης.
Οι κρίκοι με βιδωτή πύλη ή αλλιώς ασφαλείας, προστατεύουν από αθέλητο άνοιγμα της πύλης και προσφέρουν μεγαλύτερη ασφάλεια. Μερικοί κρίκοι ασφαλείας (οι λεγόμενοι αυτόματοι - autolock) διαθέτουν ένα ελατήριο και όταν κλείνει η πύλη αυτοί "κλειδώνουν" - "ασφαλίζουν" αυτόματα και δεν χρειάζεται να "κλειδώνουν" χειροκίνητα. Πρέπει όμως πάντα να ελέγχονται αν "ασφάλισαν" σωστά, ανεξάρτητα από τον τρόπο που "κλειδώνουν". Οι κρίκοι ασφαλείας σε σχήμα αχλαδιού (HMS) είναι μεγαλύτεροι στην πλευρά που ανοίγει η πύλη και αυτό τους κάνει ιδανικούς για ασφάλιση με μισή ψαλιδιά και για να περνάνε άλλοι κρίκοι σε αυτόν.
Οι κρίκοι χωρίς "δόντι" στην πύλη τους είναι πιο εύχρηστοι διότι δεν "πιάνονται" διάφορα άλλα αντικείμενα (σχοινί, ιμάντες, ρούχα) πάνω τους κατά το άνοιγμα ή κλείσιμο τους. Συνίστατε να χρησιμοποιούνται κυρίως στην μακριά και κοντή λανιέρα.
Οι κρίκοι τύπου mailon μοιάζουν με τα καραμπίνερ και χρησιμοποιούνται για τους ίδιους σκοπούς. Τα mailon κατασκευάζονται και από ατσάλι. Οι κύριες διαφορές τους είναι ότι είναι αρκετά πιο μικρά σε μέγεθος (τα αλουμινένια είναι πολύ ελαφριά...) και ότι η πύλη τους ανοίγει με ξεβίδωμα. Το μικρότερο μέγεθός (και βάρος, στην περίπτωση τουλάχιστον των αλουμινένιων) τα κάνει πιο βολικά στην μεταφορά αλλά εμποδίζει την άνετη τοποθέτηση κι άλλων υλικών σε αυτά. Π.χ. ο σπηλαιολόγος δυσκολεύεται να περάσει την λανιέρα του σε αυτά λόγω του μικρού μεγέθους τους. Αλλά το κύριο πρόβλημά του είναι στο ότι χρειάζεται να ξεβιδωθεί η πύλη του για περαστεί ή να ξεπεραστεί από κάπου (πλακέτα, σχοινί, ιμάντας, κτλ). Πράγμα που είναι χρονοβόρο, δυσλειτουργικό και αυξάνει τις πιθανότητες να γλιστρήσει από τα χέρια μας.Οι πύλες των κρίκων πρέπει να ελέγχονται περιοδικά και να λιπαίνονται (με ελαφρύ λάδι, συνήθως λάδι σιλικόνης - βολεύει σε μορφή spray) έτσι ώστε να ανοίγουν εύκολα. Επίσης αν ένας κρίκος πέσει σε βράχια ή στο έδαφος από μεγάλο ύψος είναι πολύ πιθανόν να έχει ραγίσει και πρέπει να αποσύρεται από χρήση. Αν υπάρχουν αμφιβολίες για την αξιοπιστία ενός κρίκου, αλλά και οποιουδήποτε άλλου υλικού, πρέπει να απομακρύνεται από τον εξοπλισμό. Αυτό σημαίνει ότι ελέγχουμε τούς κρίκους μετά από κάθε χρήση. Τα σημεία που χρήζουν έλεγχο είναι: α. πάνω στον άξονα του δακτυλίου αλλά και στην περιοχή γύρω από αυτόν. Λόγω της διαφορετικής διαστολής του ατσάλινου ελάσματος (πύρου) και του αλουμινένιου στελέχους, συχνά παρατηρούνται ραγίσματα ακριβώς σε αυτό το σημείο. Το καλό είναι ότι επειδή είναι εξωτερικά, εντοπίζονται εύκολα οπτικά. β. το σημείο του κρίκου που "ενώνεται" με την ατσάλινη πλακέτα. Λόγω της ηλεκτρόλυσης μεταξύ του αλουμινίου με το ατσάλι, αλλοιώνονται τα εσωτερικά του μόρια με αποτέλεσμα την μη ασφαλή του χρήση. Αυτό το καταλαβαίνουμε όταν ο κρίκος εμφανίσει στην επιφάνεια σημάδια "ξεφλουδίσματος" κάτι σαν "λέπρα". Γενικότερα πρέπει να ξέρουμε ότι ο άργιλος, η λάσπη και η υγρασία επηρεάζουν δυσμενώς τους κρίκους. Ευτυχώς, η διαδικασία της οξείδωσης εντοπίζεται πολύ εύκολα. Στα καραμπίνερ αλουμινίου, τα οποία κατά τα λοιπά, κερδίζουν τις εντυπώσεις, υπάρχει ένα μειονέκτημα όταν αυτά βρίσκονται για καιρό σε κατάσταση υγρασίας π.χ. σε μόνιμο ή μεγάλης διάρκειας αρμάτωμα. Είναι ευαίσθητα στην οξείδωση και τη διάβρωση από την λάσπη και τον άργιλο. Αντιλαμβανόμεθα την αλλοίωση αυτή εάν παρατηρήσουμε μια λευκή κάλυψη πάνω στο αλουμίνιο. Πρέπει να είμαστε ιδιαίτερα προσεκτικοί με αυτό και ιδιαίτερα πρέπει να προσέχουμε το σημείο ένωσης της πλακέτας με το κρίκο.
Η λάσπη και μάλιστα αυτή που έχει "συσσωρευτεί" στην πύλη του κρίκου μπορεί να λειτουργήσει ανασταλτικά, όσον αφορά την αντοχή του κρίκου, ειδικά στους απλούς και ακόμη περισσότερο στους απλούς με συρμάτινη πύλη. Σαν συμπέρασμα μετά από όλα αυτά καταλήγουμε σε αυτό που είπαμε στην αρχή. Οι κρίκοι πρέπει να πλένονται μετά από κάθε χρήση και να ελέγχονται για γρατζουνιές και ρήγματα. Οποιαδήποτε υποψία για την "εμφάνισή" του ή την ηλικία του, μας οδηγεί στην απόσυρση του χωρίς δισταγμό. Πολλές φορές τα, υπό απόσυρση καραμπίνερ, τα χρησιμοποιούμε για να κρεμάμε υλικά ή στους σάκκους και ένα σωρό άλλες δευτερεύουσες εργασίες. Καλό είναι να μην τα έχουμε καν μαζί μας, γιατί εμείς μπορεί να το ξέρουμε και μην τα χρησιμοποιήσουμε, όμως κάποιοι άλλοι σπηλαιολόγοι σίγουρα όχι.
Πλακέτες
Οι πλακέτες τοποθετούνται (βιδώνονται) πάνω στο σπίτ ή στο βιομηχανικό βύσμα και μας δίνουν ένα σημείο στο οποίο μπορούμε να περάσουμε ένα καρμπίνερ. Είναι μεταλλικά ή αλουμινιένια ελάσματα λυγισμένα κατάλληλα και διαθέτουν ένα άνοιγμα σε κατάλληλη θέση για να περνάει ένας κρίκος, καθώς και μια τρύπα 8 χιλ όπου περνάει η βίδα που βιδώνει στο σπιτ ώστε να δημιουργήσουμε μια αλλαγή, μια παράκαμψη κλπ. Υπάρχουν πολλών ειδών πλακέτες, ανάλογα με τις ανάγκες (οροφής, γωνιακές, κλπ). Κατά κανόνα κάθε πλακέτα χρησιμοποιείται μόνο με το κατάλληλο καραμπίνερ ασφαλείας, εκτός εάν έχει δικό της ή ειδικό σχεδιασμό που δεν απαιτεί καραμπίνερ. Η κάθε πλακέτα είναι σχεδιασμένη ώστε να χρησιμοποιείται σε συγκεκριμένες περιπτώσεις και δεν πρέπει να χρησιμοποιούμε μια πλακέτα σε περίπτωσεις που δεν αρμόζει, καθώς είναι πολύ πιθανή η περίπτωση αστοχίας της πλακέτας ή ακόμη και της αγκύρωσης.
Σημειωτέων πως οι πλακέτες από αλουμίνιο είναι – φυσικά – ελαφρύτερες και οι αντοχές τους είναι 18 ΚΝ. Οι ατσάλινες είναι βαρύτερες και οι αντοχές τους φτάνουν ακόμη και τα 27 ΚΝ. Άχρηστα όμως περιθώρια ασφαλείας αφού η αντοχή του ούπα είναι μόλις 18 ΚΝ και της βίδας ακόμη λιγότερα! Ταυτόχρονα μπορεί να χρησιμοποιούνται και ατσάλινα ή αλουμινένια καραμπίνερ βιομηχανικού τύπου ( MAILON ).
Ηλεκτρικό κρουστικό τρυπάνι
Ηλεκτρικό κρουστικό τρυπάνι μπαταρίας, διατρητήρας, σφυρί, κλειδί δεκατριάρι, παξιμάδια, ροδέλες, κολαούζο για βίδα Μ8, πολυεργαλείο, σπιτ. Το ηλεκτρικό τρυπάνι είναι απαραίτητος εξοπλισμός για εξερεύνηση μεγάλων σπληλαιοβαράθρων και στην διάσωση. Για επισκέψεις είναι μάλλον υπερβολή… Διατρητήρας σφυρί, κλειδί δεκατριάρι κλπ είναι απαραίτητα ακόμη και σε μια επίσκεψη αφού μπορεί να μη βρίσκουμε ένα σπιτ, μπορεί να είναι γεμάτο από λάσπη και να είναι απαραίτητο να καθαριστεί, μπορεί να χρειαστεί μια μικρή επισκευή σε κάποιο φακό ή στην ασετυλίνη κα. Μπορούμε να τοποθετούμε στο βράχο και αρσενικές ούπες εάν διαθέτουμε , όπως είπαμε και παραπάνω το ROCKPECKER της PETZL .
Υλικά αρματώματος
Τα υλικά αρματώματος ανήκουν στην κατηγορία των ομαδικών υλικών και είναι το Α και το Ω στην ασφαλή και εύκολη πρόσβαση του σπηλαιολόγου στο εσωτερικό ενός κάθετου σπηλαίου (βαράθρου).
Τα υλικά χωρίζονται σε τέσσερις κατηγορίες:
Στην 1η κατηγορία ανήκουν τα υλικά τα οποία κάνουν διατρήσεις στά πετρώματα του σπηλαίου ώστε να τοποθετηθούν κατάλληλες ακυρώσεις.
Στήν 2η κατηγορία ανήκουν τα υλικά τα οποία τοποθετούνται μέσα στο βράχο και σφηνώνουν (αγκυρώνονται).
Στήν 3η κατηγορία ανήκουν τα υλικά τα οποία τοποθετούνται πάνω στις ακυρώσεις και διευκολύνουν την τοποθέτηση επάνω τους κατάλληλων κρίκων (καραμπίνερ).
Στήν 4κ κατηγορία ανήκουν οι κρίκοι και τα σκοινιά που περνάνε μέσα από αυτά ή δένονται σε αυτά.
Προκειμένου να γίνει μια οπή στα τοιχώματα ενός σπηλαίου ώστε να τοποθετηθεί κάποιο είδος ακύρωσης χρησημοποιούμε:
1) Διατρητήρα χειρός και σφυρί.
Η κλασική μέθοδος διανοίξεως οπών σε βράχια. Αποτελείται από μία μύτη τρυπανιού με εγκοπή SDS η οποία τοποθετείται σε μιά χειρολαβή με σιδερένιο κόρο (κάτι σαν καλέμι) και υποδοχή SDS και τέλος από ένα σφυρί με το οποίο χτυπάμε την χειρολαβή και τη μύτη τρυπανιού.
Καθώς χτυπάμε με το σφυρί την χειρολαβή, την περιστρέφουμε συγχρόνως δεξιόστροφα ώστε να υπάρχει συνδυασμός κρουστικής και περιστροφικής δράσης.
Πλεονεκτήματα: Απλή μέθοδος, δεν χρειάζεται εξωτερική ενέργεια (μπαταρίες κλπ), ελαφριά.
Μειονεκτήματα: Χρονοβόρα (από 5 μέχρι 10 λεπτά για διάνοιξη μιας οπής).
2) Ηλεκτρικό τρυπάνι μπαταρίας
Τα ηλεκτρικά τρυπάνια μπαταρίας έχουν φθηνύνει σημαντικά και η χρησιμοποίηση τους ολοένα και αυξάνεται. Μιμούνται την κίνηση του διατρητήρα χειρός με το σφυρί αφού πιά τα περισσότερα ηλεκτρικά τρυπάνια μπαταρίας είναι μεν περιστροφικά αλλά συγχρόνως και πνευματικά κρουστικά.
Πλεονεκτήματα: Ταχύτητα (μερικά δευτερόλεπτα για μία οπή)
Μειονεκτήματα: Βαριά, εξάρτηση από μπαταρίες (μικρή αυτονομία), δεν τα πάνε καλά με το νερό.
3) Βενζινοκίνητα τρυπάνια
Ίδια φιλοσοφία με τα ηλεκτρικά τρυπάνια μπαταρίας αλλά αντί για ηλεκτρικό κινητήρα έχουν κινητήρα εσωτερικής καύσης (βενζίνη).
Πλεονεκτήματα: Μεγάλη αυτονομία και δύναμη
Μειονεκτήματα: Μεγάλο βάρος, δεν τα πάνε καλά με το νερό και το κυριότερο τα καυσαέρια που εκπέμπουν μπορεί να προκαλέσουν ασφυξία και θάνατο όταν χρησιμοποιούνται σε κλειστό σπήλαιο χωρίς ροή αέρα.
Αναρριχητικά υλικά
Στη σπηλαιολογία χρησιμοποιούνται κυρίως για εξερευνητικούς σκοπούς και από μικρές ομάδες που κατανοούν και αποδέχονται όχι μόνο τα πλεονεκτήματα αλλά κυρίως τα μειονεκτήματα τους.
Καρυδάκια
Ένα καρυδάκι αποτελείται από ένα κομμάτι μετάλλου και ένα συρματόσχοινο περασμένο από μέσα του.Η φιλοσοφία του είναι ότι μπαίνει σε μια σχισμή του βράχου και λειτουργεί σαν σφήνα. Σε μια σχισμή του βράχου βρίσκουμε μια στένωση και τοποθετούμε πίσω της το καρυδάκι. Με αυτόν τον τρόπο δημιουργούμε ένα σημείο αγκύρωσης στον βράχο. Υπάρχουν διάφορα μεγέθη στα καρυδάκια, όπου στο καθένα αναγράφεται η αντοχή του (περίπου 300 κιλά στα πολύ μικρά μέχρι και 1500 κιλά στα μεγάλα). Ένα μικρό καρυδάκι (ψείρα) είναι λίγο μεγαλύτερο από ένα σπυρί βρασμένης φακής, ενώ ένα μεγάλο καρυδάκι είναι λίγο μεγαλύτερο από ένα καρύδι. Το ακριβές μέγεθος και το σχήμα διαφέρει σε κάθε εταιρία κατασκευής, αλλά όλα την ίδια δουλειά κάνουν.Αφού μπει το καρυδάκι, καλό είναι να το τραβήξουμε στην διεύθυνση της φόρτισης. Όσο περισσότερη επιφάνεια από το καρυδάκι έρχεται σε επαφή με τον βράχο, τόσο καλύτερα. Γι’ αυτό τα μεγάλα καρυδάκια είναι πιο γερά από τα μικρά, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι τα μικρά καρυδάκια δεν είναι αξιόπιστα.
Υπάρχουν δυο είδη τοποθέτησης (εικόνα δεξιά) Το a είναι καλύτερο από το b γιατί έχει μεγαλύτερη επιφάνεια επαφής με τον βράχο.Το πρόβλημα με τα καρυδάκια είναι πως όταν δεχτούν ένα μεγάλο φορτίο, τότε σφηνώνουν πάρα πολύ στον βράχο. Πράγμα που κάνει την αφαίρεσή τους από τον βράχο πολύ δύσκολη έως και αδύνατη.
Καρύδες (hexentrics)
Μοιάζουν με καρυδάκια αλλά είναι μεγαλύτερες και εξάγωνικού σχήματος. Μερικές εταιρίες κατασκευάζουν καρύδες με παράλληλες τις πλευρές τους αλλά πιο πρακτικές είναι αυτές που οι απέναντι πλευρές είναι διαφορετικού μήκους γιατί έχουν περισσότερες δυνατότητες τοποθέτησης. Αντί για συρματόσχοινο συνήθως έχουν περασμένο ένα κορδονέτο ή έναν ιμάντα, που δεν είναι περασμένος από το κέντρο βάρους της καρύδας, έτσι ώστε να δημιουργεί ροπή κατά την φόρτιση. Μπορούν να τοποθετηθούν σαν καρυδάκι σε μια σχισμή που στενεύει (a) αλλά και σε σχισμή με παράλληλα τοιχώματα (b). Σε αυτή την περίπτωση όταν η καρύδα παίρνει τάση, τείνει να περιστραφεί με αποτέλεσμα να σφηνώνει στον βράχο (b). Χρειάζεται όμως προσεκτική τοποθέτηση. Να μην υπάρχει κενό μεταξύ του βράχου και του μετάλλου σε σημείο, δηλαδή να είναι ελαφρά σφηνωμένη, ώστε το σχοινί να μην μπορεί να τραβήξει την καρύδα έξω. Ακόμα, σε μια οριζόντια σχισμή η λανιέρα πρέπει να είναι στο πάνω μέρος (b), έτσι ώστε να δημιουργείται ροπή. Στην σπηλαιολογία δεν είναι διαδεδομένη η χρήση τους λόγω του όγκου τους καθώς και της άχαρης μεταφοράς τους, ειδικά όταν κρέμονται από την ζώνη του σπηλαιολόγου. Ακόμη, όταν χρησιμοποιούνται σε παράλληλα τοιχώματα στο περιβάλλον του σπηλαίου (υγρασία, λάσπη) το πιο πιθανόν είναι να γλυστράει η καρύδα από την θέση της.
FRIENDS (Φρέντς)
Αλλιώς SLCD ( Spring Loaded Camming Devices). Τα Friends εφευρέθηκαν την δεκαετία του ’70 και διεύρυναν τα όρια της αναρρίχησης, προσφέροντας γρήγορη και εύκολη ασφάλιση σε σημεία που πριν δεν γινόταν.Ο βασικός σχεδιασμός τους έχει τέσσερις λεπίδες, παράλληλες μεταξύ τους, οι οποίες περιστρέφονται κατά ένα άξονα και είναι συνδεδεμένες με έναν μηχανισμό οπλίσματος. Όταν οπλίζεται οι λεπίδες μαζεύονται, στενεύοντας του προφίλ του friend για τοποθέτηση σε μια σχισμή. Όταν ελευθερώνεται η όπλιση, οι λεπίδες ανοίγουν πιέζοντας τις πλευρές του βράχου. Σε μια πτώση το στέλεχος του Friend τραβιέται προς τα έξω από την σχισμή, αυξάνοντας έτσι το σφήνωμα, γιατί οι λεπίδες του τείνουν να έρθουν στην αρχική τους θέση και έτσι πιέζουν περισσότερο τον βράχο. Η κάθε λεπίδα κινείται ανεξάρτητα από τις υπόλοιπες, έτσι υπάρχει μέγιστη επαφή με τον βράχο. Υπάρχουν πολλά μεγέθη για τα friend, τα οποία καλύπτουν ένα αρκετά μεγάλο φάσμα σχισμών.
Το μεγάλο πλεονέκτημα των Friend είναι ότι τοποθετούνται σε παράλληλες σχισμές όπου δεν μπορεί να τοποθετηθεί κάποια άλλη ασφάλεια. Η τοποθέτησή τους είναι εύκολη και γίνεται και με το ένα χέρι. Η αφαίρεσή τους από τον βράχο είναι επίσης αρκετά εύκολη, αν βέβαια έχει τοποθετηθεί σωστά. Αν όταν τοποθετηθεί ένα friend, η όπλισή του είναι πλήρης (τελείως κλειστό) τότε υπάρχει περίπτωση να σφηνώσει και να είναι πολύ δύσκολη έως αδύνατη η αφαίρεση του από τον βράχο. Κατά την τοποθέτηση πρέπει να ληφθεί υπ’ όψην ότι όταν παίρνει τάση το friend μπορεί να γλυστρίσει λίγο προς τα έξω. Αυτό εξαρτάται από την ποιότητα του βράχου. Σε μαλακό βράχο (πχ αμμόλιθος) ή βρεγμένο βράχο μπορεί να γλυστρίσει και αρκετά εκατοστά. Γι’ αυτό πρέπει να τοποθετούνται όσο πιο μέσα στη σχισμή γίνεται, αλλά να είναι δυνατή και η εξαγωγή τους.Στη σπηλαιολογία δεν χρησιμοποιούνται επειδή τα friend γλυστράνε σε βρεγμένο ή λασπωμένο βράχο (πράγμα που συναντούμε συνέχεια σε ένα σπήλαιο). Επίσης, το βάρος, ο όγκος και το κόστος τους κάνουν την χρήση τους για σπηλαιολογία απαγορευτική.